Τρόποι Λειτουργικής Επικοινωνίας ανάμεσα στο Ζευγάρι
Στις μέρες μας βιώνοντας πολλαπλές δυσκολίες και ψυχοπιεστικές καταστάσεις αναζητάμε συχνά «καταφύγιο» στην σχέση μας. Και όντως σε πολλές περιπτώσεις μία σχέση λειτουργεί κατ’αυτόν τον τρόπο. Μας παρέχει την ασφάλεια που έρχεται μέσα από το ότι γινόμαστε κατανοητοί και αποδεκτοί από το έταιρο μέλος της σχέσης.
Τι γίνεται όμως όταν δυσκολευόμαστε να επικοινωνήσουμε τις βασικές μας ανάγκες στον σύντροφο μας; Τι συμβαίνει όταν ενώ έχουμε βαθιά συναισθήματα «χανόμαστε κάπου στην μετάφραση»;
Προβλήματα στις Συντροφικές Σχέσεις
Σημαντικό μέρος των προβλημάτων που ανακύπτουν στις συντροφικές σχέσεις οφείλεται στον δυσλειτουργικό τρόπο σκέψης των συντρόφων. Ο αρνητικός τρόπος σκέψης οδηγεί συχνά σε συγκρούσεις και διαπληκτισμούς. Το ζευγάρι έχοντας αρχικά υψηλές προσδοκίες από την σχέση (εξιδανίκευση συντρόφου), όταν εντέλει απομυθοποιεί ο ένας τον άλλον, αυτό που κυριαρχεί είναι η απογοήτευση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, οι σύντροφοι να μεταβαίνουν σε αρνητικά συμπεράσματα σχετικά με την συναισθηματική κατάσταση, ο ένας του άλλου, αλλά και της σχέσης τους.
Το «Διάβασμα της Σκέψης» είναι μια παγίδα μέσα από την οποία τα προβλήματα του ζευγαριού ερμηνεύονται με καταδικαστικό και τελεσίδικο τρόπο. Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει είναι ότι οι σύντροφοι «διαβάζουν» την σκέψη του συντρόφου τους και αποδίδουν το πρόβλημα και την παρεξήγηση που προκύπτει, όχι στην πραγματική αιτία, αλλά σε σταθερά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του συντρόφου (π.χ. «Είσαι ανεύθυνος»). Έτσι, καταλήγουν να παρερμηνεύουν την σκέψη του και να χάνουν το πραγματικό νόημα του ζητήματος που έχει προκύψει.
Σε πολλές περιπτώσεις τα μηνύματα είναι αντιφατικά και ασαφή, με αποτέλεσμα η αποκρυπτογράφηση τους να καθίσταται δύσκολη. Οι άνθρωποι συχνά τείνουν να ερμηνεύουν τα γεγονότα χρησιμοποιώντας το δικό τους σύστημα αποκωδικοποίησης, το οποίο μπορεί να επηρεάζεται από την διάθεση και τα συναισθήματα που τους διακατέχουν εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή. Μια τέτοιου είδους παρερμηνεία οδηγεί συχνά στο φαινόμενο της «αυτοεκπληρούμενης προφητείας», έτσι ώστε το άτομο παρερμηνεύοντας την συμπεριφορά και τις προθέσεις του συντρόφου του, προκαλεί τελικά τις καταστάσεις τις οποίες θέλει να αποφύγει. Αυτό συχνά επιτυγχάνεται και με τον αμυντικό μηχανισμό της Προβλητικής Ταύτισης κατά την οποία, αποδίδουμε κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (τα οποία συνήθως είναι δικά μας) σε ένα άλλο πρόσωπο, και εντέλει το άλλο πρόσωπο αρχίζει να φέρεται όπως εμείς του έχουμε προσάψει ότι είναι. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να πει κάποιος: «Δεν είμαι εγώ ειρωνικός, εσύ είσαι ειρωνικός» και το άλλο πρόσωπο τελικά αρχίζει να είναι ειρωνικό.
Η αποκωδικοποίηση των πληροφοριών που δεχόμαστε από τους ανθρώπους γύρω μας συντελείται μέσα από τις πεποιθήσεις, τις αξίες και τους κανόνες που μας διέπουν. Όταν ένα γεγονός εγείρει σταθερά και με συνέπεια ένα ισχυρό προσωπικό νόημα, τότε αυτό γίνεται «σύμβολο». Έτσι γίνεται και μεταξύ των συντρόφων. Όταν κάποιο γεγονός αποκτά ένα συγκεκριμένο συμβολισμό (πχ. κάτι που κάνει ο ένας σύντροφος σημαίνει πάντα κάτι συγκεκριμένο για τον άλλον), του αποδίδεται ένα νόημα που στην σκέψη του ενός συντρόφου είναι αδιαπραγμάτευτο. Ο σύντροφος που βρίσκεται σε αυτή την θέση, τείνει να αντιδρά υπερβολικά, να διαστρεβλώνει και να παρερμηνεύει την κατάσταση, δίνοντας τις δικές του ερμηνείες.
Με αυτό τον τρόπο πολλές εντάσεις και συγκρούσεις ξεκινούν την αλυσιδωτή αντίδραση του διαβάσματος της σκέψης, την απόδοση συμβολικών νοημάτων και παρεξηγήσεων. Επομένως είναι πολύ σημαντικό τα ζευγάρια να γνωρίζουν τις συμβολικές έννοιες των συγκεκριμένων καταστάσεων που πυροδοτούν υπερβολικά αρνητικές αντιδράσεις.
Τρόποι Λειτουργικής Επικοινωνίας
Σύμφωνα με την Satir (1995) υπάρχουν τρόποι όπου ο καθένας μας μπορεί να χρησιμοποιεί ώστε η επικοινωνία να γίνει πιο ουσιαστική. Πιο αναλυτικά, χρειάζεται:
• Η αναγνώριση των κανόνων επικοινωνίας και του τρόπου ζωής που έχουμε εσωτερικεύσει από την παιδική μας ηλικία και την πατρική οικογένεια. Αφού αναγνωρίσουμε όλα αυτά μπορούμε να αντικαταστήσουμε τους δυσλειτουργικούς και άκαμπτους κανόνες με ενδεικτικούς οδηγούς συμπεριφοράς.
• Η αναγνώριση και μετέπειτα η αποφυγή των λέξεων «ελατηρίων» (λέξεις που πυροδοτούν εντάσεις) που είναι ιδιαίτερα φορτισμένες συναισθηματικά από εμπειρίες και βιώματα του παρελθόντος.
• Η διάκριση μεταξύ των προσωπικών υποθέσεων ως προς το μήνυμα που εκλαμβάνουμε από τον άλλον και το πραγματικό περιεχόμενο τους.
• Η επίγνωση για την αρμονία ή την αντίφαση μεταξύ του λεκτικού και του μη λεκτικού μηνύματος που εκπέμπουμε.
• Η αξιοποίηση όλων των αισθήσεων κατά την διάρκεια της επικοινωνιακής συναλλαγής.
• Η προσεκτική χρήση ορισμένων λέξεων (λέξεις «κλειδιά») για την επικοινωνία, οι οποίες μπορεί να αποτελούν ευαίσθητο σημείο του άλλου ή να είναι πολύ φορτισμένες συναισθηματικά.
• Η αποφυγή του να μιλάμε από συνήθεια χωρίς να ακούμε τι λέμε και χωρίς να είναι σίγουρο ότι αυτό που λέμε το εννοούμε.
• Η προσπάθεια να μιλάμε αναλυτικά και επεξηγηματικά και όχι υπαινικτικά ή στενογραφικά, ώστε ο συνομιλητής να μπορέσει να αποκωδικοποιήσει και να κατανοήσει αυτό που εννοούμε, χωρίς περιθώρια παρερμηνείας.
Οι Κανόνες Διεξαγωγής της Συζήτησης
Οι κανόνες για πιο εποικοδομητικές και ευχάριστες συζητήσεις περιλαμβάνουν καταρχάς το συντονισμό στο «κανάλι» του συντρόφου μας. Η ενεργητική ακρόαση, δηλαδή το να δείχνουμε ότι ακούμε τον σύντροφο μας, η αποτελεσματική χρήση ερωτήσεων αλλά και η διπλωματία-διακριτικότητα είναι πολύ βοηθητικές στην αλληλεπίδραση και επικοινωνία.
Οι δύο σύντροφοι καλό είναι να προσπαθήσουν να υιοθετήσουν μία κοινή προσέγγιση στα θέματα που τίθενται υπό συζήτηση, ώστε να κατορθώσουν να έχουν μία ουσιαστική επαφή και να αποφύγουν τυχόν παρερμηνείες.
Για παράδειγμα, ο ένας σύντροφος μπορεί να θέλει να αποφορτιστεί εξιστορώντας την στάση του εργοδότη του στην δουλειά του και ο άλλος να του δίνει επικριτικές συμβουλές. Τότε ο πρώτος μπορεί να στενοχωρηθεί, θεωρώντας ότι δεν γίνεται κατανοητός. Αντί να ερμηνεύσει αμέσως το κίνητρο του άλλου με απογοήτευση, θα μπορούσε να φανταστεί την τάση του για συμβουλές και να εκφράσει εκ των προτέρων τον λόγο για τον οποίο επιθυμεί να κάνει αυτή τη συζήτηση. Π.χ. «Έχω πρόβλημα στη δουλειά και θα ήθελα να σου πω πως νιώθω γι’αυτό, αλλά σε παρακαλώ να μην συζητήσουμε τι προτείνεις πρακτικά εσύ να κάνω». Τέτοιου τύπου διευκρινήσεις αποτρέπουν από παρερμηνείες σχετικά με τις προθέσεις του άλλου.
Είναι επίσης σημαντικό, να είμαστε παρόντες και να ακούμε ουσιαστικά τον συνομιλητή μας. Η αμέτοχη ακρόαση εκλαμβάνεται ως αδιαφορία. Μπορούμε να δείξουμε το ενδιαφέρον και την προσοχή μας είτε με λεκτικούς, είτε με μη λεκτικούς τρόπους. Οι λεκτικοί τρόποι περιλαμβάνουν την παράφραση των λεγόμενων του συνομιλητή και την αντανάκλαση των συναισθηματικών στοιχείων των εκφράσεων του. Οι μη λεκτικοί τρόποι περιλαμβάνουν χειρονομίες, εκφράσεις του προσώπου και την χρήση επιφωνημάτων τα οποία επικοινωνούν στον συνομιλητή μας ότι παρακολουθούμε τα λεγόμενα του.
Άλλος σημαντικός κανόνας είναι το να μην διακόπτουμε ο ένας τον άλλο. Πολλές φορές τείνουμε παρορμητικά να διακόπτουμε τον συνομιλητή μας, χωρίς να υπολογίζουμε ότι αυτή η συμπεριφορά μπορεί να ερμηνευθεί με αρνητικό τρόπο, π.χ. «Δεν με ακούει». Είναι καλό οι σύντροφοι να προσπαθούν να συγκρατούνται και να μην εκφράζουν τις απόψεις τους πριν ο άλλος ολοκληρώσει αυτό που έχει να πει και σταματήσει να μιλάει. Χρειάζεται βέβαια να έχουμε υπόψιν ότι οι διακοπές στην συζήτηση δεν είναι απαραίτητα ένδειξη αδιαφορίας ή εγωισμού, αλλά μπορεί απλά να προκύπτουν από το στυλ ομιλίας του άλλου.
Πολύ βοηθητική είναι και η χρήση των αποτελεσματικών ερωτήσεων. Οι κατάλληλες ερωτήσεις έχουν να κάνουν τόσο με το περιεχόμενο όσο και με το χρονισμό που εκφέρονται. Οι ερωτήσεις είναι καλό να διατυπώνονται με προσοχή ώστε να παροτρύνουν τον άλλο να μιλήσει και να προάγουν τη συζήτηση. Οι ανοιχτές ερωτήσεις, δηλαδή όσες διατυπώνονται με «τι» και «πως» κλπ. αφήνουν περιθώρια για ανάπτυξη, αφού δεν απαντώνται μονολεκτικά, ενώ οι κλειστές ερωτήσεις, που απαιτούνται με ναι/όχι ή με λίγα λόγια, είναι καλό να χρησιμοποιούνται για διευκρινήσεις και λεπτομέρειες. Είναι καλό οι συνομιλητές να είναι προσεκτικοί με τη χρήση των ερωτήσεων που ξεκινούν με «γιατί», διότι μπορεί να θεωρηθεί ότι βάζουν τον ερωτώμενο στο στόχαστρο.
Σε αρκετές περιπτώσεις ένα κοινό και καθοριστικά δυσλειτουργικό χαρακτηριστικό της πλειοψηφίας των ζευγαριών, είναι η σιωπή και η αποφυγή, όλων εκείνων που είναι αναγκαίο να επικοινωνηθούν. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η σιωπή βραχυπρόθεσμα μπορεί να βοηθήσει στην αποφυγή εντάσεων, όμως μακροπρόθεσμα αποτελεί «αποθήκη» συσσωρευμένου θυμού και άλλων δύσκολων συναισθημάτων. Πολλές φορές λέμε ότι «και η μη επικοινωνία αποτελεί επικοινωνία». Σαφώς και η σιωπή υποδηλώνει κάτι τις περισσότερες φορές, και μάλλον εκείνο είναι που θα χρειαστεί να εξεταστεί. Και τελικά να ειπωθεί εκείνο που υπονοείται.
Όλες οι παραπάνω μέθοδοι μας βοηθούν στο να μπορέσουμε να εκφραστούμε με σαφήνεια, και κυρίως μας ωθούν σε έναν ώριμο τρόπο επικοινωνίας που με τη σειρά του, οδηγεί σε μία πιο ουσιαστική και ειλικρινή σχέση.
Βιβλιογραφία
Ainsworth, M. S., Blehar, M. C., Waters, E., & Wall, 5. (1978). Patterns of attachment: A psychological study of the Strange Situation. Hillsdale, NJ: Erlbaum.
Gottman, J.; Silver, N. (1999). The Seven Principles for Making Marriage Work. Crown Publishers imprint – Three Rivers Press.
Virginia M. Satir. (1995). Making Contact. Celestial Arts.
Αγγελική Τσαγκαράκη | Ψυχολόγος ______________________________________________ Ν.Καζαντζάκη 13 | 71202 | Ηράκλειο Κρήτης 2810 226993 an**********************@gm***.com www.angelikitsagkaraki.com