Διαταραχές της Προσωπικότης: Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή της Προσωπικότητας

Διαταραχές της Προσωπικότητας: Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή της Προσωπικότητας

Με τον όρο Διαταραχές της Προσωπικότητας εννοούμε τις συμπεριφορές και τις καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο διαφοροποιείται από το μέσο όρο ως προς:

• την Γνωστική Λειτουργία (δηλαδή τους τρόπους αντίληψης και ερμηνείας του εαυτού, των άλλων ανθρώπων και γεγονότων).

• την Συναισθηματικότητα (δηλαδή την έκταση, την ένταση, την αστάθεια και την απροσφορότητα της συγκινησιακής απάντησης).

• την Διαπροσωπική Λειτουργικότητα.

• τον Έλεγχο των Παρορμήσεων.

Ουσιαστικά το άτομο παρεκκλίνει από τις προαναφερθείσες νόρμες και από τις προσδοκίες του γενικότερου πολιτισμικού πλαισίου του. Για να διαγνωσθεί ένα άτομο με μία διαταραχή προσωπικότητας χρειάζεται να παρουσιάζονται τα παραπάνω με διάρκεια, συχνότητα και επαναληψιμότητα. Επιπλέον θα πρέπει να προκαλείται από τις καταστάσεις αυτές έκπτωση στην λειτουργικότητα του ατόμου όσον αφορά την κοινωνική, επαγγελματική και προσωπική του ζωή.

Επαναλαμβανόμενος έλεγχος για το αν έχουμε κλείσει το φως ή το μάτι της κουζίνας φεύγοντας από το σπίτι. Συνεχόμενο πλύσιμο χεριών πάρα πολλές φορές την ημέρα. Σκέψεις καταστροφικές οι οποίες ενέχουν τον φόβο πως αν τα πράγματα δεν ακολουθήσουν μια συγκεκριμένη αλληλουχία θα επέλθει καταστροφή. Προσκόλληση στη συμμετρία και την τάξη ώστε τα πράγματα να είναι σε συγκεκριμένη θέση μέσα στο χώρο. Τι συμβαίνει όταν τα πράγματα ξεφεύγουν από το πλαίσιο της τελειομανίας και της ίσως χαριτωμένης, αθώας, και για πολλούς εκνευριστικής, «συνήθειας» και γίνονται εμμονικές σκέψεις και πράξεις;

Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή – Διάγνωση

Στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή είναι διάχυτο το πρότυπο της έντονης ενασχόλησης του ατόμου με την μεθοδικότητα, την τελειοθηρία και το νοητικό και διαπροσωπικό έλεγχο, σε βάρος της ευελιξίας, της ευρύτητας των αντιλήψεων και της αποδοτικότητας. Για να διαγνωσθεί ένα άτομο με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή χρειάζεται να εμφανίζει κάποια από τα ακόλουθα σύμπτωμα:

Έντονη ενασχόληση με λεπτομέρειες, κανόνες, καταλόγους, την τάξη, την οργάνωση, ή προγράμματα, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χάνεται το κύριο σημείο της δραστηριότητας.

Τελειοθηρία που παρεμποδίζει την ολοκλήρωση μιας εργασίας (π.χ. είναι ανίκανο να ολοκληρώσει μια προγραμματισμένη εργασία επειδή δεν πληρούνται οι δικές του υπερβολικά αυστηρές προδιαγραφές).

• Υπερβολική αφοσίωση στην εργασία και την παραγωγικότητα με αποκλεισμό των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων και των φιλικών σχέσεων (που δεν εξηγείται από προφανή οικονομική ανάγκη).

Υπερβολική ευσυνειδησία, σχολαστικότητα και ακαμψία σε θέματα ηθικής, ηθών και αξιών (που δεν εξηγείται από πολιτισμική ή θρησκευτική ταυτοποίηση).

Αδυνατεί να πετάξει φθαρμένα ή χωρίς αξία αντικείμενα, ακόμη και όταν δεν έχουν συναισθηματική αξία.

Απροθυμία να αναθέτει καθήκοντα ή να εργάζεται με άλλους, εκτός αν υποτάσσονται στον δικό του ακριβώς τρόπο αντίληψης διεκπεραίωσης των πραγμάτων.

• Υιοθετεί ένα φιλάργυρο τρόπο στο να ξοδεύει χρήματα τόσο για τον εαυτό του, όσο και για τους άλλους· τα χρήματα θεωρούνται κάτι που θα πρέπει να αποθησαυρίζεται για πιθανές μελλοντικές καταστροφές.

• Επιδεικνύει ακαμψία και πείσμα.

Κλινική Εικόνα

Στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή παρουσιάζονται ιδεοληψίες ή ψυχαναγκασμοί, ή και τα δύο ταυτόχρονα.

Οι ιδεοληψίες είναι επαναλαμβανόμενες σκέψεις, παρορμήσεις ή εικόνες, οι οποίες βιώνονται, κάποιες φορές κατά την διάρκεια της διαταραχής, ως παρείσακτες και απρόσφορες και στα περισσότερα άτομα προκαλούν έντονο άγχος ή ενόχληση.

Το άτομο προσπαθεί να αγνοεί ή να καταστείλλει τέτοιες σκέψεις, παρορμήσεις ή εικόνες, ή να τις εξουδετερώσει με κάποια άλλη σκέψη ή πράξη (π.χ. εκτελώντας έναν ψυχαναγκασμό).

Οι ψυχαναγκασμοί ορίζονται ως επαναληπτικές συμπεριφορές (π.χ. πλύσιμο χεριών, τακτοποίηση, έλεγχος) ή νοερές πράξεις (π.χ. προσευχές, μετρήσεις, σιωπηρές επαναλήψεις λέξεων) τις οποίες το άτομο αισθάνεται αναγκασμένο να εκτελέσει σε απάντηση μιας ιδεοληψίας ή σύμφωνα με κανόνες οι οποίοι πρέπει να εφαρμοστούν αυστηρά.

Οι συμπεριφορές ή οι νοερές πράξεις αποβλέπουν στην αποτροπή ή την μείωση της ενόχλησης ή στην αποτροπή κάποιου απευκταίου γεγονότος ή κατάστασης. Ωστόσο αυτές οι συμπεριφορές ή οι νοερές πράξεις δεν συνδέονται με ρεαλιστικό τρόπο με αυτό για το οποίο έχουν σχεδιαστεί, να εξουδετερώνουν ή να αποτρέπουν, ή είναι σαφώς υπερβολικές.

Οι ιδεοληψίες και οι ψυχαναγκασμοί είναι χρονοβόροι (π.χ απαιτούν περισσότερο από μία ώρα την ημέρα) ή προκαλούν κλινικά σημαντική ενόχληση ή έκπτωση στην κοινωνική, επαγγελματική, ή άλλες σημαντικές περιοχές της λειτουργικότητας.

Διάκριση φυσιολογικής και «παθολογικής» συμπεριφοράς

Αν σκεφτούμε καλύτερα, οι ψυχαναγκασμοί δεν διαφέρουν και πολύ από διαδικασίες που επαναλαμβάνουμε καθημερινά και μας είναι απαραίτητες. Μοιάζουν δηλαδή με την καθημερινή μας ρουτίνα. Η «παθολογία» έγκειται στο σημείο όπου η πράξη επαναλαμβάνεται σε βαθμό δυσφορίας και εξάντλησης. Για παράδειγμα, βγαίνοντας από το σπίτι μας κλειδώνουμε την πόρτα και στη συνέχεια ελέγχουμε αν όντως κλειδώσαμε. Η προβληματική κατάσταση ξεκινά όταν ελέγχουμε ξανά και ξανά αν η πόρτα είναι κλειδωμένη, σε βαθμό που αυτό μας κάνει να γυρνάμε πίσω αρκετές φορές για να το επιβεβαιώσουμε. Το γεγονός αυτό μας εξαντλεί και γίνεται δυσφορικό. Με αυτό τον τρόπο μια καθημερινή διαδικασία μετατρέπεται σε μεγάλο πρόβλημα.

Αιτίες

Σχετικά με το πώς δημιουργούνται οι ψυχαναγκασμοί υπάρχουν αρκετές θεωρίες. Ο Salkovskis (1985) αναφέρεται στην ύπαρξη πρώιμων εμπειριών στη ζωή του ατόμου, όπως η δημιουργία προβλημάτων επειδή απουσίαζε η δέουσα φροντίδα και προσοχή (Observational Modeling) καθώς και η ύπαρξη ειδικής διαπαιδαγώγησης του ατόμου στους κώδικες καλής συμπεριφοράς και στην υπευθυνότητα (Cognitive Modeling).

Ο τρόπος με τον οποίο θα επεξεργαστεί το άτομο τις ιδεοληψίες θα καθορίσει και το είδος των αυτόματων σκέψεων (διερμηνείες, εκτιμήσεις) που θα παραγάγει. Οι αυτόματες σκέψεις σε ένα ιδεοψυχαναγκαστικό άτομο μπορεί να είναι του τύπου: «Αυτές οι σκέψεις που κάνω είναι τελείως απαράδεκτες και ανεπίτρεπτες», «Γιατί τις κάνω; Μήπως τρελάθηκα ή μήπως κατά βάθος τις επιθυμώ;», «Μήπως χάνω τον έλεγχο;», «Κάτι πρέπει να κάνω αλλιώς θα είμαι υπεύθυνος για ό,τι συμβεί».

Το άτομο με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή διακατέχεται συνηθως από έντονη αίσθηση ευθύνης (Inflated Responsibility). Η αίσθηση αυτή σχετίζεται με τα ίδια τα άτομα, με τρίτους ή με το γεγονός ότι μπορεί να πάθει κάποιος κάτι κακό.

Πιθανοί παράγοντες, οι οποίοι συμβάλλουν στην ανάπτυξη αυτής της υπερβολικής ευθύνης είναι οι εξής:

• Όταν η υπερβολική ευθύνη ενισχύεται κατά την παιδική ηλικία. Αυτό συμβαίνει όταν το παιδί καλείται να αναλάβει πρόωρα ευθύνες ως συνέπεια της ανικανότητας ή ανευθυνότητας των γονέων.

Αυστηροί κανόνες για το καθήκον και τους τρόπους συμπεριφοράς, οι οποίοι μεταδίδονται από φορείς, όπως η εκκλησία και το σχολείο, μπορούν να ενισχύσουν την ανάπτυξη αυτής της υπερβολικής ευθύνης.

• Οι υπερβολικές ανησυχίες από τους γονείς. Οι γονείς αυτοί πιστεύουν ότι ο κίνδυνος παραμονεύει παντού και ότι το παιδί είναι ιδιαίτερα ευάλωτο.

• Σημαντικός παράγοντας που επίσης συμβάλλει, αποτελεί ένα ξαφνικό, αναπάντεχο γεγονός, το οποίο έχει αρνητική επίδραση π.χ. στην υγεία άλλων ανθρώπων. Το άτομο πιστεύει ότι έπρεπε να παίξει καθοριστικό ρόλο κατά την διάρκεια του γεγονότος αυτού ή θα έπρεπε να συμβάλλει στο να μην έχει συμβεί.

• Επίσης, όταν γεγονότα συμβαίνουν τυχαία, συγχρόνως με προϋπάρχοντες σκέψεις. Για παράδειγμα, ένα παιδί εύχεται σε κατάσταση θυμού να πάθει κάτι κακό ένα συγγενικό πρόσωπο, με το οποίο είναι θυμωμένο, και αυτό τελικά συμβαίνει τυχαία μετά από λίγο.

• Το Ιδεοψυχαναγκαστικό άτομο υπερεκτιμά την επικινδυνότητα μίας κατάστασης και την αρνητική εξέλιξη των πραγμάτων.

• Το άτομο αυτό διακρίνεται για τις υπερβολικές του ενοχές για αρνητικά γεγονότα, με τα τα οποία μπορεί να έχει κάποια σχέση.

Όσον αφορά το βιολογικό υπόβαθρο της αιτιολογίας είτε ως αποτέλεσμα όλων αυτών, είτε δρώντας αυτόνομα, καταδεικνύει ένα πρόβλημα επικοινωνίας μεταξυ του πρόσθιου τμήματος του εγκεφάλου και των βαθύτερων εγκεφαλικών δομών. Οι ιδεοληψίες δημιουργούνται σε συγκεκριμένο τμήμα του εγκεφάλου και ενώ θα έπρεπε να περνούν από την κατάλληλη επεξεργασία, στα άτομα με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή αυτό δεν συμβαίνει. Βασικός νευροδιαβιβαστής που έχει ενεργό ρόλο στην όλη διαδικασία είναι η σεροτονίνη, η οποία στην συγκεκριμένη περίπτωση διαταράσσεται και χρειάζεται η επαναφορά της στα φυσιολογικά επίπεδα, ώστε να επέλθει η ισορροπία. Η συνολική εγκεφαλική δραστηριότητα του ατόμου με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή διαφέρει από την συνήθη, γεγονός που μάλλον επηρεάζει την επεξεργασία των πληροφοριών, την σκέψη, τις ιδέες και την ίδια την συμπεριφορά.

Αντιμετώπιση – Παρεμβάσεις

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντιμετώπισης συμπεριλαμβανομένης και της λήψης φαρμακευτικής αγωγής, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Στο κομμάτι της ψυχοθεραπείας, είναι ιδιαίτερα βοηθητική η συμπεριφορική θεραπεία όπου βασίζεται στην θεώρηση των ιδεοληψιών ως παρεισφρητικές και ανεπιθύμητες σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις, οι οποίες πυροδοτούν μια σημαντική και γρήγορη αύξηση των επιπέδων άγχους, και στην θεώρηση των ψυχαναγκασμών ως απροκάλυπτες συμπεριφορές ή γνωσίες (συγκεκαλυμμένες συμπεριφορές), οι οποίες στοχεύουν στην μείωση της έντασης των αρνητικών αυτών συναισθημάτων.

Παρακάτω παρατίθενται ενδεικτικά κάποιες τεχνικές οι οποίες χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής:

Κατακλυσμός στην Φαντασία (Imagined Flooding): Στη διαδικασία αυτή, ο θεραπευτής ενθαρρύνει τον θεραπευόμενο να βιώσει νοερά τους φόβους του κατά την διάρκεια της συνεδρίας. Για παράδειγμα, σε έναν θεραπευόμενο, ο οποίος προβαίνει σε ψυχαναγκαστικό έλεγχο των πραγμάτων, του ζητείται να φανταστεί νοερά πως αφήνει το σπίτι ανοιχτό, χωρίς να προβεί σε έλεγχο των κλειδαριών και να βιώσει τα συναισθήματα που θα είχε σε μια τέτοια περίπτωση. Ο θεραπευόμενος φαντάζεται δηλαδή, ότι του έχει συμβεί το χειρότερο δυνατό, καθώς έρχεται αντιμέτωπος με την κατάσταση που φοβάται. Ο θεραπευτής ενδέχεται ακόμη να ζητήσει από τον θεραπευόμενο να φανταστεί νοερά και το χειρότερο δυνατό αναμενόμενο αποτέλεσμα, όπως την κλοπή και του ζητά να συνεχίσει να φαντάζεται έτσι τον εαυτό του μέχρι να αισθανθεί καλύτερα, κατανοώντας πως μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση.

Διακοπή της Σκέψης (Thought Stopping): Η διαδικασία αυτή στοχεύει στην απαγόρευση των ιδεοληψιών μέσω της αντικατάστασης τους με πιο ευχάριστες και καταπραϋντικές σκέψεις. Περιλαμβάνει την διακοπή των ιδεοληπτικών σκέψεων μέσα από την χρήση μιας λέξης ένδειξης, όπως η λέξη «σταμάτα» ή μίας πράξης ένδειξης, όπως το χτύπημα των χεριών από τον θεραπευτή. Ζητείται από τον θεραπευόμενο να καθίσει αναπαυτικά και να κρατήσει τα μάτια του κλειστά. Έπειτα του ζητείται να περιγράψει με λέξεις την ιδεοληπτική του σκέψη. Όσο συμβαίνει αυτό, ο θεραπευτής φωνάζει κάπως ηχηρά τη λέξη «σταμάτα» ενώ μετά από κάποια εξάσκηση είναι ο ίδιος ο θεραπευόμενος που χρησιμοποιεί την λέξη αυτή, ώστε να σταματήσει, ενώ σε μετέπειτα τελικό στάδιο η εντολή αυτή δίνεται σιωπηλά. Ο θεραπευτής μαθαίνει τον θεραπευόμενο να χρησιμοποιεί αυτή την λέξη ένδειξη, όταν βιώνει ανεπιθύμητες ιδεοληπτικές σκέψεις. Επιπρόσθετα, ο θεραπευτής καθοδηγεί τον θεραπευόμενο στην οπτικοποίηση μιας ευχάριστης σκηνής αμέσως μετά την λέξη ένδειξη. Ο θεραπευόμενος είναι αυτός που επιλέγει το περιεχόμενο και το σενάριο της εικόνας που θα οπτικοποιήσει.

Για την αντιμετώπιση της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής χρησιμοποιούνται επιπλέον και άλλες τεχνικές, επιγραμματικά αναφέρουμε τις ακόλουθες: ο Κορεσμός (Satiation), η Έκθεση στην Πράξη (In-Vivo Exposure), η Μίμηση Προτύπου (Modeling), η Παρεμπόδιση Αντίδρασης (Response Prevention), η Απόσπαση της Προσοχής (Distraction), ο Προκαθορισμός της Χρονικής Στιγμής (Setting Aside A Time) και πολλές άλλες.

Όπως προαναφέρθηκε η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή μπορεί να προκαλέσει ζητήματα στην καθημερινότητα μας (π.χ. στην εργασία, στις κοινωνικές επαφές και δραστηριότητες). Είναι σημαντικό όλοι να είμαστε αρκετά ευαισθητοποιημένοι και να μην διστάζουμε να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, με σκοπό να την αντιμετωπίσουμε.

Σε κάθε περίπτωση θεραπευτής και θεραπευόμενος, άσχετα με την θεραπευτική μέθοδο που κάθε φορά θα επιλεγεί, στοχεύουν στον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των νοητικών κατασκευών που θεωρούνται υπεύθυνες για την προβληματική κατάσταση. Από κοινού οδηγούνται στο μονοπάτι της εξόδου και της επίλυσης από το πρόβλημα, προσαρμοσμένοι πάντα στις εκάστοτε συνθήκες.

Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association, DSM-5, Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας, 2015.

Cognitive Behavioral Therapy for OCD by David A.Clark.

Salkovskis, P. M. (1985). Obsessional-compulsive problems: a cognitive-behavioral analysis. Behavior Research and Therapy, 25, 571-58.

Salkovskis, P., Shafran, R., Rachman, S. & Freeston, M. H. (1999). Multiple pathways to inflated responsibility beliefs in obsessional problems: possible origins and implications for therapy and research. Behavior Research and Therapy, 37, 1055- 1072.

Εισαγωγή στη Γνωσιακή Θεραπεία, Judith S. Beck, Εκδόσεις Πατάκη, 2000.

Μανίες, Φοβίες και Έμμονες Ιδέες, Franck Lamagnere, 2011 (5η έκδ., Εκδόσεις Πατάκη).

🤝🏻Αγγελική Τσαγκαράκη | Ψυχολόγος

📍Ν.Καζαντζάκη 13 | 71202 | Ηράκλειο Κρήτης

📞2810 226993

📩 angeliki.tsagkaraki.info@gmail.com

🌐www.angelikitsagkaraki.com

Κοινοποίηση

Comments are closed.